μαλλοφάγα

μαλλοφάγα
Τάξη απτέρων εντόμων, τα οποία αποτελούν εκτοπαράσιτα των πουλιών και σπανιότερα των θηλαστικών. Έχουν νωτοκοιλιακά πεπιεσμένο σώμα, μήκους 0,5-10 χλστ., και ισχυρό έλυτρο. Το κεφάλι, μεγάλο και ευκίνητο, έχει γενικά μικρούς σύνθετους οφθαλμούς, στερείται όμως oφθαλμιδίων. Οι κεραίες αποτελούνται από 3-5 άρθρα, είναι σχετικά κοντές, και νηματόμορφες στην υπόταξη των ισχνοκέρων, ή βρίσκονται μέσα σε αυλάκια πλευρικά της κεφαλής στην υπόταξη των αμβλυκέρων. Στα αρσενικά άτομα, είναι πιθανόν να διαφοροποιούνται σε όργανα εναγκαλισμού. Τα στοματικά εξαρτήματα είναι μασητικού τύπου, βρίσκονται στο κατώτερο μέρος της κεφαλής και είναι προσαρμοσμένα για να δαγκώνουν. Ο προθώρακας είναι μεγάλος και ελεύθερος, ενώ ο μεσοθώρακας και ο μεταθώρακας είναι συντήκονται. Τα τρία ζεύγη ποδιών χρησιμεύουν για τη μετακίνηση. Το πρώτο ζεύγος είναι στραμμένο προς τα εμπρός και εξυπηρετεί και στη λήψη της τροφής. Όλα τα πόδια απολήγουν σε δυνατές αρπάγες, οι οποίες χρησιμεύουν για να γαντζώνονται στον ξενιστή. Η κοιλιά έχει ωοειδές σχήμα και αποτελείται από 10 τμήματα. Τα μ. περιλαμβάνουν περισσότερα από 2.800 είδη παγκοσμίως και είναι γνωστά ως κοτόψειρες. Τρέφονται ροκανίζοντας τα επιφανειακά στρώματα της επιδερμίδας, τα πούπουλα και το τρίχωμα των ζώων στα οποία παρασιτούν, ενώ μερικά από αυτά απομυζούν το αίμα ή τη λέμφο των ξενιστών. Αν είναι πολλά σε αριθμό, προκαλούν σημαντικό ερεθισμό του δέρματος και έντονη φαγούρα. Τα παράσιτα αυτά έχουν τη δυνατότητα να περνούν από τον έναν ξενιστή στον άλλον. Η αναπαραγωγή των μ. γίνεται με αβγά, τα οποία μερικές φορές έχουν σημαντικό μέγεθος σε σχέση με τις διαστάσεις του εντόμου. Με τη βοήθεια ενός εκκρίματος, τα αβγά προσκολλώνται στο δέρμα ή στα πούπουλα του ζώου στο οποίο παρασιτεί το έντομο. Οι προνύμφες των μ. μοιάζουν πολύ με τα ώριμα άτομα. Ανήκουν στα ημιμετάβολα, γιατί υφίστανται απλή μεταμόρφωση, δηλαδή δεν έχουν στάδιο νύμφης. Από τα πιο γνωστά είναι ο μ. των ορνίθων, των περιστεριών και η ψευτόψειρα του σκύλου. Tα μαλλοφάγα, άπτερα έντομα μήκους λίγων χιλιοστών, παρασιτούν σε πουλιά και θηλαστικά.
* * *
τα
ζωολ. τάξη εξωπαράσιτων μικρών εντόμων που ζουν πάνω στο σώμα τών ομοιόθερμων σπονδυλωτών, πτηνών και θηλαστικών, ποτέ όμως στο σώμα ανθρώπων, και είναι μικρές άπτερες ψείρες.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κοτόψειρα — η κοινή ονομασία για τις ψείρες τών πουλιών, δηλαδή για όλες τις ψείρες τής τάξης μαλλοφάγα, οι οποίες παρασιτούν στα πουλιά …   Dictionary of Greek

  • παρασιτισμός — Είδος συμβίωσης μεταξύ ενός φυτικού ή ζωικού οργανισμού, ο οποίος λέγεται παράσιτο, και ενός άλλου, του ξενιστή, από τον οποίο ο πρώτος αντλεί τουλάχιστον ένα μέρος από τις θρεπτικές ουσίες που του είναι αναγκαίες για να ζει. Ωστόσο, η συμβίωση… …   Dictionary of Greek

  • τριχοδηκτίδες — οι, Ν ζωολ. οικογένεια εντόμων που ανήκει στην υπεροικογένεια ισχνόκερα τής τάξης μαλλοφάγα και έχει τυπικό εκπρόσωπο το γένος τριχοδήκτης …   Dictionary of Greek

  • φθειράπτερα — τα, Ν ζωολ. τάξη, ή κατ άλλους υπέρταξη, με 3.500 περίπου είδη, γνωστά ως ψείρες, που κατατάσσονται σε δύο κύριες υποτάξεις ή τάξεις, τα ανόπλουρα και τα μαλλοφάγα. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. phthiraptera (< φθειρ + άπτερος)] …   Dictionary of Greek

  • ανόπλουρα — Έντομα στα οποία υπάγονται οι κοινώς αποκαλούμενες ψείρες, παράσιτα του ανθρώπου και άλλων θηλαστικών, των οποίων απομυζούν το αίμα. Εξαιτίας της προσαρμογής τους στην παρασιτική ζωή δεν έχουν φτερά, ούτε υπόκεινται μεταμορφώσεις. Τα στοματικά… …   Dictionary of Greek

  • έντομα — Ζώα ασπόνδυλα που αποτελούν ομοταξία των αρθροπόδων. Περίπου από το ένα εκατομμύριο ζωικών ειδών, που είναι σήμερα γνωστά και έχουν ταξινομηθεί, γύρω στα 750.000 είναι έ., από τα οποία τα 300.000 είναι κολεόπτερα και τα 150.000 λεπιδόπτερα. Το… …   Dictionary of Greek

  • ψείρες — (φθείρες). Έντομα της τάξης των ανοπλούρων της οικογένειας των φθειριδών, που περιλαμβάνει αιματοφάγα εξωπαράσιτα του ανθρώπου και των πιθήκων. Το κεφάλι δεν έχει oφθαλμίδια και τα στοματικά όργανα είναι δηκτικού και μυζητικού τύπου. Ο θώρακας,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”